Πέμπτη 15 Αυγούστου 2019

Πανεπιστημιακού Ασύλου το ανάγνωσμα [Μέρος 2ο]

3 - Ναρκωτικά & Εγκληματικότητα

Αν θέλουμε να συζητήσουμε για το πρόβλημα των ναρκωτικών, δηλαδή την επίλυσή του, πρέπει να συμφωνήσουμε πως πρόκειται για μονόδρομο : είτε είμαστε υποχρεωμένοι να το εξετάσουμε συνολικά κι ως πολυσύνθετο κοινωνικό πρόβλημα, είτε μας αρέσει να κρυβόμαστε πίσω απ' το δάχτυλό μας. Μ' άλλα λόγια, είναι αδύνατη η «αποτοξίνωση» των πανεπιστημιακών ιδρυμάτων αν ο κόσμος γύρω τους εξακολουθεί να παραμένει τοξικός. Αν δε συμφωνήσουμε στην ελάχιστη ετούτη επισήμανση, δύσκολα θα βρούμε κοινό τόπο να κουβεντιάσουμε με όλους όσοι επιθυμούν απλά καθαρό το πεζοδρόμιό τους. Το ευκολότερο πράγμα στον κόσμο είναι να κλείνουμε τα μάτια, κάνοντας τους εξαρτημένους μπαλάκι από τη μια πιάτσα στην άλλη (1), μέχρι να εξαφανιστούν απ' το πανεπιστήμιο, από τις πλατείες και τελικά απ' τον αστικό ορίζοντα και τις συνειδήσεις μας. Με αυτό πάντα κατά νου, αναρωτιέμαι εδώ όχι πάνω στους σωστούς τρόπους αντιμετώπισης των ναρκωτικών, εν γένει, που είναι ένα εντελώς διαφορετικό και δαιδαλώδες πρόβλημα, αλλά πάνω στο ζήτημα να κρατηθούν μερικοί ευαίσθητοι χώροι μακριά από κινδύνους που δεν αφορούν την καθαυτή λειτουργία τους. Όπως δε νοεί κανείς αφελώς π.χ. την ελεύθερη συναναστροφή των ναρκομανών με τα παιδιά στις παιδικές χαρές, τους μαθητές στα σχολεία ή τους ασθενείς στα νοσοκομεία, έτσι δεν βλέπω κανέναν απολύτως λόγο γιατί να έχουν πρόσβαση στους χώρους όπου κινούνται, σχεδόν ανέμελα, οι φοιτητές. Τελικά, για λόγους δημόσιας υγείας και ασφάλειας κι όχι προκειμένου να υπεκφύγει κανείς του προβλήματος και των ευθυνών ή να δαιμονοποιήσει μια ομάδα ανθρώπων για ό,τι του φταίει. Μα τούτα είναι λεπτά ζητήματα και μπορεί να σφάλλω.

Αν, ακόμη, αληθεύει σε κάποιο βαθμό το άρθρο του καθηγητή Νίκου Παρασκευόπουλου (2), πως δηλαδή η εγκληματικότητα όχι μόνο δε μειώθηκε μ' αντιθέτως αυξήθηκε κατά τα χρόνια της προηγούμενης άρσης (ΝΔ, 2011), είμαστε υποχρεωμένοι να δεχτούμε πως η όποια άρση δεν έχει την παραμικρή συνάρτηση με την αποτελεσματικότητα - αν δηλαδή το ζήτημα αντιμετωπίζεται μεμονωμένα, αποσπασματικά και κοντόφθαλμα :

«Ας δούμε την πραγματική κατάσταση. Η αλήθεια δεν είναι ότι, όσο είχε καταργηθεί το άσυλο, δηλαδή από το 2012 που ψηφίστηκε ενώ ήταν να ψηφιστεί από το 2009, μέχρι τώρα, δεν άλλαξε η κατάσταση της παραβατικότητας καθόλου. Η αλήθεια, η πραγματική κατάσταση, είναι ότι τα πράγματα έγιναν χειρότερα όσο δεν είχαμε το θεσμό του ασύλου και είχε καταργηθεί. Σας θυμίζω και την κατάσταση στους χώρους του Πανεπιστημίου Αθηνών και την κατάσταση στους χώρους του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.

Φυσικά, δεν πρόκειται να κάνω την αφελή εξήγηση ότι η κατάργηση του θεσμού του ασύλου, ήταν αυτή που έφερε την περισσότερη εγκληματικότητα. Την περισσότερη εγκληματικότητα την έφερε η διεύρυνση ή εξάπλωση, αν θέλετε ιδίως, της διακίνησης ναρκωτικών και σε χώρους των Πανεπιστημίων και στην Αθήνα και στη Θεσσαλονίκη ιδιαίτερα, που είναι ένα φαινόμενο, το οποίο εξελίσσεται, με κοινωνικούς όρους, με όρους, που μελετάει η εγκληματολογία αλλά και ανεξάρτητα από το αν υπάρχει ή δεν υπάρχει θεσμός. Όχι μόνο λοιπόν η κατάργηση, δεν έφερε καταστολή της παραβατικότητας, αλλά την αύξησε.»


Τελικά, αν η χρήση και η εμπορία εξακολουθούν να υφίστανται και ν' ακμάζουν στους χώρους γύρω απ' το πανεπιστήμιο, με σχεδόν ξεδιάντροπη ευθύτητα ή θράσος, πρέπει να παραδεχτούμε πως η απόσταση του μέσα με το έξω είναι μια μάντρα δρόμος. Στα όρια εκείνα, όπου η κοινωνία ούτως ή άλλως αποδομείται, το άσυλο είναι το λιγότερο που ευθύνεται για την κατάντια της.

Εκείνο που εκπλήσσει είναι ότι παρά το γεγονός πως η εμπορία ναρκωτικών συνιστά κακούργημα κι ουδεμία νομοθεσία απέτρεψε την Αστυνομία απ' το να ασκήσει την αυτεπάγγελτη δίωξή της, χρόνια τώρα συζητούμε για τα ίδια και τα ίδια και μάλιστα με την ίδια διάθεση έκπληξης, η οποία δεν έχει κανένα απολύτως νόημα μετά την εκατοστή φορά που θίγεται το ίδιο ζήτημα. Ακόμα και για τους πλέον κυνικούς της «καθαριότητας», αν υπήρχε πραγματική αποφασιστικότητα τα ακαλαίσθητα «πρεζόνια» θα είχαν εξαφανιστεί απ' τα πανεπιστήμια, εν μία νυκτί - χωμένα φυσικά κάτω απ' το χαλάκι, όπως πολύ καλά γνωρίζει κάθε κράτος που σέβεται τον εαυτό του και το οποίο δεν έχει διάθεση ή συμφέρον ν' αντιμετωπίσει ριζικά τα κοινωνικά του προβλήματα. Σε ανάλογες σκέψεις θα μπορούσε να οδηγηθεί κανείς και για οποιοδήποτε άλλο είδος σοβαρής εγκληματικότητας, για βιασμούς, ξυλοδαρμούς κι όλα τα θεσπέσια εκείνα που καθιστούν τον άνθρωπο ξεχωριστό, ανάμεσα στα κτήνη.

Μόνο στον κακοπροαίρετο δεν είναι προφανές πως εκείνος που τελικά καλύπτει την εγκληματικότητα (μέσα κι έξω απ' τα πανεπιστήμια) είναι η διάβρωση  και η ανικανότητα του ίδιου του κράτους και όχι, φυσικά, τ' αντίστοιχα ελαττώματα του όποιου ασύλου. Δεν είναι περίεργο πως σπάνια αναφέρεται στα άρθρα των πολέμιων το γεγονός πως όταν υπήρξε αγαστή συνεργασία και συναίνεση όλων των μερών, όπως στο ΑΠΘ το 2018, η Αστυνομία επιτέλεσε μια χαρά τη δουλειά της, δίχως να διαμαρτυρηθεί κανείς και δίχως ν' ανοίξει ρουθούνι (3); Πόσο δύσκολο είναι, λοιπόν, η συνεργασία ετούτη να παραμείνει διαρκής και πόση σχέση έχει, τελικά, με την άρση του ασύλου περισσότερο, παρά με την καλή διάθεση και τις υπολογισμένες κινήσεις; Να το πούμε κι αυτό, ωστόσο, προκειμένου να καταλάβει κανείς το πολυσύνθετο του προβλήματος κι ότι δεν κάνει διαφορά με ή χωρίς το άσυλο, αν δεν υπάρχει ειλικρινής πολιτική βούληση : μια βδομάδα μετά το ΑΠΘ είχε γεμίσει ξανά από τους ίδιους άρρωστους ανθρώπους (4), σα να μην τρέχει τίποτα.

Να πούμε και για το άλλο εκείνο θέμα με τους μικροπωλητές έξω απ' την ΑΣΟΕΕ και την «κατάσταση της Πατησίων» (ή αλλού) πως είναι μια ιστορία κυριολεκτικά για γέλια. Αυτό το ακούραστο παιχνίδι της γάτας με το ποντίκι, χρόνια τώρα, δεν είναι καν έγκλημα άξιο λόγου, ούτε και πρόβλημα της προκοπής. Είναι η «χαριτωμένη» πλευρά της φτώχειας, γιατί φυσικά οι μικροπωλητές δεν είναι τίποτα μεγιστάνες της διαφθοράς. Αν ζούσε ο Τσιφόρος, όλο και κάποιο χρονογράφημα θ' αντλούσε απ' αυτή την ειρωνική διαλεκτική του ανθρώπου με τη μοίρα του. Σ' ετούτο το γραφικό ανθρώπινο σκηνικό, ωστόσο, η μόνη απάντηση που μπορεί ν' αρθρώσει ένα Κράτος είναι οι δακρύβρεχτες δηλώσεις των «καταστηματαρχών» (π' ούτως ή άλλως απευθύνονται σε άλλα κοινωνικά βαλάντια, συνεπώς δε θίγονται ιδιαίτερα), η υποβάθμιση της εξαιρετικής κατά τ' άλλα αισθητικής του περιβάλλοντος χώρου κι η αστυνομική αρβύλα. Αν σε όλα ετούτα, δε μπορεί να διακρίνει κανείς (που δεν είναι φυσικά πολιτικάντης) μια γερή δόση ειρωνίας και ματαιότητας, μέσα σε μια κοινωνία μεγάλων αντιθέσεων κι ανισοτήτων, κατά πάσα πιθανότητα πάσχει από κοινωνικό αστιγματισμό. Δεν πρόκειται, ευτυχώς, για θανάσιμο νόσημα κι αν το προλάβει κανείς στην αρχή του αντιμετωπίζεται εύκολα με λίγη καλή διάθεση, μια τζούρα συζήτηση και μπόλικο διάβασμα. Αν όμως το αμελήσει μπορεί να γίνει ακόμα και θανατηφόρο.

Τέλος, όσον αφορά στην ασφάλεια των ΑΤΜ και τη σχετική παραφιλολογία δεν υπάρχει ο παραμικρός λόγος να χάσουμε το χρόνο μας. Όποιος έχει λόξα με τις τράπεζες ας πιάσει να το κάνει ο ίδιος. Όταν, πάντως, βρεθεί τρόπος ν' αντιμετωπιστεί το ζήτημα επιτυχώς εκτός πανεπιστημίων, εκεί δηλαδή όπου οι λωποδύτες αλωνίζουν ανενόχλητοι δίχως καμιά σκασίλα περί ασύλου, τότε θα γεννηθεί η καλή διάθεση να συζητήσουμε για την επίλυση του προβλήματος κι εντός των πανεπιστημίων. Μέχρι τότε η καλύτερη λύση είναι ίδια μ' οπουδήποτε αλλού : να μην προβαίνει κανείς σε αναλήψεις όντας παντελώς μόνος ή μόνη.

Σημείωση #1

Σε άρθρο της Εφημερίδας των Συντακτών (5) διαβάζουμε για την περίοδο πρώτης κατάργησης του 2011  :

«Στην πράξη, το νέο πλαίσιο εφαρμόστηκε κυρίως από την κυβέρνηση Σαμαρά, με τα ΜΑΤ να μπαινοβγαίνουν στα ΑΕΙ για ψύλλου πήδημα αλλά και μεμονωμένους νταήδες της ΕΛ.ΑΣ. να προκαλούν αυτόβουλα διάφορα επεισόδια με φοιτητές. Η σχετική ειδησεογραφία της τριετίας, όπως αποτυπώθηκε σε εφημερίδες και πόρταλ, είναι κάτι παραπάνω από εύγλωττη.»

Ποια είναι, λοιπόν, ετούτη η σχετική ειδησεογραφία και σε ποια περιστατικά αναφέρεται;  Πώς συνάδει ετούτο με την παρατηρούμενη αύξηση της εγκληματικότητας εκείνη την περίοδο, την οποία θίγει ο καθηγητής Παρασκευόπουλος προηγουμένως; Μ' όλη την καλή διάθεση, δε μπορώ να βασιστώ στην εντύπωση ή το λόγο οποιουδήποτε, ακόμα κι αν (ή πολύ περισσότερο αν) συμφωνώ μαζί του. Χρειάζονται πηγές!

Παραπομπές

(1) Νικολέττα Γεροντάκη @ «Θέλω να πω κάτι για το άσυλο»
(2) Νίκος Παρασκευόπουλος @ «Για το πανεπιστημιακό άσυλο»

(3) Μεγάλη αστυνομική επιχείρηση στο ΑΠΘ @ ΕΡΤ - 11/12/2018
(4) Χρήστες ναρκωτικών ξυλοκόπησαν φύλακα του ΑΠΘ @ ΑΝΤ1
(5) Τάσος Κωστόπουλος @ «180 χρόνια κρατά η συζήτηση για το πανεπιστημιακό άσυλο»

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου