Εύκολα πιάνουμε, λοιπόν, να μιλούμε για βία, καρπαζές κι αγχόνες, άλλοτε γιατί τα 'χουμε ξαπατικώσει άκριτα, από τις μπροσούρες στις οποίες μαθητεύσαμε κι εξίσου άκριτα τα διαδίδουμε, άλλοτε από ποικιλία λανθάνοντων ψυχονευρώσεων ή από κατάθλιψη, απολύτως αιτιολογημένη (μ' όσα συμβαίνουν γύρω μας) κι ως εκ τούτου από δυσκολία διαχείρησης του συναισθήματος, άλλοτε πάλι από νευρικότητα νεανική κι ανυπομονησία κι άλλοτε, τέλος, γιατί δεν ξέρουμε για τι μιλάμε. Τα παραπάνω, φυσικά, δεν εξαντλούν τον κόσμον όλο. Υποθέτω κάποιοι επιλέγουν τη βία συνειδητά και με άποψη και μπράβο τους. Εγώ μιλώ για τους υπό τρικυμίαν εν κρανίω διατελούντες, δίχως όμως ν' απαξιώνω τις προθέσεις τους. Δε μιλώ για λαμόγια. Μιλώ για τους ανθρώπους που καίγονται τα σωθικά τους από κάτι, μα προσπαθούν να ξεδιψάσουν με βενζίνες. Άνθρωποι συχνά ευαίσθητοι, μα γεμάτοι αντιφάσεις και παρανοήσεις. Έτσι, όμως, πολιτική δε γίνεται. Εννοώ πολιτική που να πιάνει τόπο κι όχι φλυαρίες ή πυροτεχνήματα.
Μιλώ, επίσης, για τις διάφορες επαναστατικές παρέες, που περιμένουν από καμμένα ΑΤΜ να ξεπηδήσουν η ελπίδα και η αφύπνιση, που θεωρούν επικές τις άγονες αψιμαχίες με τις δυνάμεις καταστολής ή παίρνουν τις (συχνά επιτακτικές) αντιφασιστικές σφαλιάρες για νίκη επί του φασισμού. Μιλώ, επίσης, για την αριστερή μαζική κουλτούρα, που θα σε παρασύρει - από επιπόλαιο ενθουσιασμό ή ξερω-γω καμιά ιστορική υποχρέωση - στην ενεργό αντίσταση, αλλά στα δύσκολα θα σε παρατήσει στη μοίρα σου. Θα σε πείσουν να μην πληρώσεις τη ΔΕΗ ή το φόρο, στηριζόμενοι σε ημιμαθείς νομικούς δεκάρικους, όμως μετά τις πρώτες καρπαζές ρωτάς «τι έγινε, ρε παιδιά;» και σου σφυρίζουν απ' το βάθος «χίλια συγγνώμη φιλαράκι, γράψε λάθος». Μετά τη διακοπή του ρεύματος, μετά τις απειλές και τους εκβιασμούς του εισπράκτορα, μετά το δικαστικό διασυρμό, μετά τη δήμευση της περιουσίας, πολύς κόσμος διαπιστώνει πόσο μόνος είναι, τελικά, από ουσιαστική στήριξη στη σημερινή του χρεία, αντί της μετ-επαναστατικής. Γιατί βία είναι, επίσης, να σε χρησιμοποιεί ο άλλος, για να κάνει το κομμάτι του - έστω και κομμάτι επανασταστικό.
Άμα συναναστραφείς με όλους αυτούς, που 'χουν μεγαλώσει βουτηγμένοι ίσαμε τη φτέρνα στα πολιτικά πράγματα - σε αντίθεση με μένα, που συχνά παλεύω να γίνουν έθος μου τα στοιχειώδη - θα γνωρίσεις πραγματικά ένα σωρό κόσμο, ο οποίος ενδιαφέρεται στ' αλήθεια και παλεύει με ζήλο. Πάρε το πιο απλό: αντί ν' αράξει σπίτι, βλέποντας για χιλιοστή φορά τις τηλεοπτικές σαβούρες, βγαίνει στο δρόμο, μοιράζει φυλλάδια, συμμετέχει σε συνελεύσεις, οργανώνει εκδηλώσεις, προσφέρει εθελοντικά τις ικανότητές του και, τέλος πάντων, αφιερώνει ένα μέρος του εαυτού του σε κάτι που υπερβαίνει εαυτόν. Μ' από την άλλη μεριά, ο ίδιος αυτός κόσμος παραμένει εκνευριστικά λίγος. Λίγος όχι σε κρίσιμο πλήθος, μα λίγος εσωτερικά. Μιλώ χωρίς ειρωνία: ιστορικά λίγος και αντικειμενικά λίγος. Φυσικά, μιλώ και για μένα. Αλλά αν αποτυγχάνουμε διαρκώς, σε τι οφείλεται λοιπόν; Σε μια αδρή προσέγγιση, θεωρώ ότι αποτυγχάνουμε καταρχάς από απροθυμία αλλαγής (δηλαδή, βέρο συντηρητισμό), με πλούσια στοιχεία ολοκληρωτικής σκέψης (δυστυχώς, ετούτη δεν εξαντλείται στον πολιτογραφημένο φασισμό), και παράλληλα από μια παντελή έλλειψη ουσιαστικής και μεγάλης κλίμακας οργάνωση.
Μια μικρή παρένθεση εδώ, προτού προχωρήσω σε λεπτομέρειες, ώστε να συνδέσω όλα ετούτα με τα προηγούμενα και να τα εντάξω στο θέμα της βίας, που τ' αφήνουμε τώρα πίσω μας. Ο ασύλληπτος αυτός κόπος, που ξοδεύεται στο δρόμο και στις δράσεις, είναι πολιτικά τόσο ανοργάνωτος, πολιτικά τόσο άστοχος κι άγονος, ώστε στο τέλος της ημέρας, αισθανόμαστε την εξάντληση εκείνου που θαρρεί πως έχει κάνει τα πάντα, δίχως στην ουσία να έχει καταφέρει τίποτα. Η υπομονή στερεύει μέρα με την ημέρα. Ο αγωνιστής μπορεί να 'χει περάσει χρόνια υπομονής κι ανάλωσης, μα οι πρόσκαιρες χαρές του επιστρέφουν κυκλοτερά στην αφετηρία, τώρα όμως με μιαν ελπίδα λιγότερη. Το φλερτ με τη βία δεν απέχει πολύ. Άμα στο κεφάλι σου νομίζεις πως έχεις δοκιμάσει τα πάντα, τι άλλο απομένει παρά να σηκώσεις τη γροθιά; Η βία ωριμάζει σιγά-σιγά στο μυαλό μας, κάθε άλλο παρά ως φυσικός κι αντικειμενικός μονόδρομος μιας κοινωνίας, αποστερημένης πλέον από εναλλακτικές, εξαιτίας ενός πολύχρονου και πολυσχιδούς αγώνα. Αν ήταν έτσι, θα υπήρχαν περισσότερες ελπίδες η βία να σοβαρέψει, να ξεπεράσει το εφηβικό τσόφλι και να οργανωθεί συστηματικά και πολιτικά. Περισσότερο, όμως, συμβαίνει η ψυχική κούραση να γίνεται κάποτε αδιέξοδη και με τη σειρά της βία, όχι ως απότοκο μιας πληθώρας αποτυχιών ή μιας ακολουθίας από αγώνες, παρ' εξαιτίας μιας αέναης, αυτοκαταστροφικής επανάληψης της ίδιας και της ίδιας μάχης, του ίδιου και του ίδιου λάθους, της ίδιας ήττας, ξανά και ξανά και ξανά.
Τώρα δε θα πω και τίποτα πρωτότυπο. Δε θα μιλήσω για κάτι που δε λένε κι οι ίδιοι οι αριστεροί, μεταξύ τους. Άλλοτε κρυφά, άλλοτε ορθάνοιχτα, παραδέχονται πως όλες αυτές οι ξεψυχισμένες πορείες, που πάνε απ' το κακό στο χειρότερο, όλες αυτές οι εκδηλώσεις που βαίνουν φθίνουσες, όλες αυτές οι απεργίες που βοηθούν μόνο την τοπική αγορά καφέ, έχουν επιτελέσει έναν ιστορικό κύκλο, είναι παντελώς άκαρπες, αλλά απ' το ολότελα καλή κι η Παναγιώταινα. Ελλείψει εναλλακτικών, ας είναι, ας βγει τουλάχιστον κι αυτή η υποχρέωση. Να κοιμηθούμε το βράδυ ήσυχοι. Κι έτσι το ψόφιο βαλσαμώνεται και φοριέται σα δεύτερο πετσί, εξακολουθώντας να κυκλοφορούμε σα νεκροζώντανοι, αντί να βαρέσουμε μια επαναστατική αποχή διαρκείας, να τρομάξουν μέχρι και τ' αφεντικά.
- Ρε σεις, ετούτοι εδώ δε κουνάνε, δε λαλάνε, τι τρέχει; ζούνε; κάτι πονηρό ετοιμάζουν, να μου το θυμηθείς.
Προτείνω μόνιμη πλέον αποχή από τη μαλακία, έως ότου έχουμε τίποτα ουσιαστικό να πούμε. Προτείνω να κάνουμε χρήση της ίδιας ενέργειας που σπαταλιέται άδικα από 'δω κι από 'κει, προκειμένου να προετοιμάσουμε μιαν άλλη οργάνωση, κυοφορώντας κάτι νέο - που μπορεί να 'ναι και παλιό συγχρόνως. Φυσικά μην περιμένετε να το μάθετε αυτό από μένα, ούτε από άλλον κανένα, νοούμενο ως μονάδα. Τούτα είναι ομαδικές διαδικασίες και ζυμώσεις. Σε γενικές γραμμές, ωστόσο, θα παραθέσω στη συνέχεια τις εντυπώσεις μου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου