«Κάθε άλλο παρά ζώντας σε οπτασιακό κόσμο και κάθε άλλο παρά φανταζόμενοι τους ανθρώπους καλύτερους απ' ότι είναι, τους βλέπουμε τέτοιους που είναι τοι και γι' αυτό ίσα-ίσα βεβαιώνουμε πως ο καλύτερος απ' τους ανθρώπους απόγινε κακός ουσιαστικά με την άσκηση της εξουσίας και πως η θεωρία της "ισορρόπησης των εξουσιών" και του "ελέγχου των αρχών" είναι μια υποκριτική διατύπωση, φτιαγμένη από κείνους που κατακρατούνε την εξουσία για να κάνουν έτσι "τον κυρίαρχο λαό", που τον περιφρονούνε να πιστέψει πως τάχα μον' αυτός κυβερνάει» (Π. Κροπότκιν, "Αναρχία" (1896) - Εκδ. Ηριδανός, σελ. 84)«Αποδέχομαι ένθερμα το ρητό: "καλύτερη κυβέρνηση είναι αυτή που κυβερνά ελάχιστα" [ ... ] Υλοποιημένο, ισοδυναμεί τελικά με το εξής, το οποίο επίσης πιστεύω: "καλύτερη κυβέρνηση είναι αυτή που δεν κυβερνά καθόλου" και όταν οι άνθρωποι θα είναι έτοιμοι για κάτι τέτοιο, αυτό θα είναι το είδος της διακυβέρνησης που θα έχουν. [...] Αλλά για να μιλήσω πρακτικά και ως πολίτης [...] εγώ δεν ζητώ την κατάργηση της κυβέρνησης αμέσως, αλλά μία καλύτερη κυβέρνηση πάραυτα" (Χ. Ν. Θορώ, "Πολιτική Ανυπακοή" (1849) - Εκδ. Ερατώ, σελ. 19 & 23)
Μικρό παιδί σαν ήμουν και πήγαινα σχολείο, πήγαινα επίσης γαλλικά (ευτυχώς όχι και μπαλέτο). Μέσα σ’ όλα κάποια στιγμή μιλήσαμε και για τη Γαλλική Επανάσταση κι αν είναι κάτι που εξακολουθώ να θυμάμαι απ’ όλη αυτή την ιστορία, είναι ο διαχωρισμός των εξουσιών και η σημασία του (κάτι που είχε ήδη προτείνει ο Μοντεσκιέ, απ’ τις αρχές του αιώνα εκείνου). Αργότερα το κάναμε και στο σχολείο, όπου λέγαμε ακριβώς τα ίδια πράγματα. Όταν με το καλό, τα τελευταία χρόνια, ξεκίνησαν οι πολιτικές μου ανησυχίες, άρχισαν να με ζώνουν τα φίδια. Κάτι δεν πήγαινε καλά σε όλα αυτά, που έβλεπα γύρω μου. Δυστυχώς, ξεφύλλιζοντας λίγο το Σύνταγμα ή ανατρέχοντας σε άρθρα του διαδικτύου, οι υποψίες μου επιβεβαιώθηκαν αναφανδόν. Έναν πολύ ενδιαφέροντα και χρήσιμο σύνδεσμο, για όλα αυτά, (αν υπάρχει ακόμη) θα βρείτε εδώ. Σας εγγυώμαι πως θα γελάσετε με την καρδιά σας!
Οφείλω, σε αυτό το σημείο, να είμαι ξεκάθαρος, ως προς κάτι: θεωρώ πως όλες οι πολιτικές κατακτήσεις μέχρι σήμερα και όλες οι δημοκρατικές «αξίες», τις οποίες συν–ασπαζόμαστε, δεν «αυτο–αξιώνονται». Με άλλα λόγια, δεν είναι καθαυτές αυτοσκοπός, ούτε δόγματα. Είναι συμβάσεις που εξυπηρετούν τις ιδέες μιας κοινωνίας και μιας εποχής, είναι δηλαδή ανοιχτά συμβόλαια. Άρα δέον είναι να μην γαντζωνόμαστε πάνω τους με δουλοπρέπεια κι ισχυρογνωμοσύνη, αλλά να τα συζητάμε, να τα κρίνουμε και να τα αναθεωρούμε, όταν ετούτο είναι επιτακτικό. Ο διαχωρισμός των εξουσιών δεν είναι, φυσικά, ο από μηχανής θεός που ήρθε και θεράπευσε την πολιτική σκηνή, εκεί μετά το Διαφωτισμό. Ήταν ένας τρόπος να απαγκιστρωθεί, επιτέλους, η κοινωνία απ’ την ιδέα της «απόλυτης» εξουσίας των βασιλέων και να μοιραστεί η πίτα της εξουσίας, ώστε να εξυπηρετεί καλύτερα τα ανθρώπινα. Σας παρακαλώ, να μη χαθούμε τώρα στα περί αστικής τάξης κι όλα τα σχετικά. Δεν αναζητώ ιστορικές αιτίες κι ούτε επιθυμώ να πλατειάσουμε τόσο. Ας παραμείνουμε στα πλαίσια της λογικής εξέτασης, με τα υπάρχοντα δεδομένα. Τελικά, ο διαχωρισμός των εξουσιών εξυπηρέτησε μια αναγκαιότητα υπαρκτή και, υπό μιαν έννοια, ήταν ένα βήμα μπροστά (τουλάχιστον για την εποχή του). Ίσως στο μέλλον, να απολαμβάνουμε τέτοιες πολιτικές οντότητες, ώστε οι σύγχρονες αξίες μας να φαντάζουν πρωτόγονες. Για το λόγο αυτό, παρέθεσα τα εισαγωγικά αποσπάσματα και δε θα διαφωνήσω ιδιαίτερα, αν με «κατηγορήσει» κανείς, ότι προσπαθώντας να βρω λύση στο Σύστημα με τους όρους του Συστήματος, απλά θα... φάω τα μούτρα μου. Αλλά προς το παρόν, το παρόν. Κατέστησα ξεκάθαρο, εξαρχής, ότι αυτό που γυρεύω είναι απλά ένα μικρό βηματάκι μπροστά και τίποτα παραπάνω.
Η βασιλεία πέθανε, ζήτω η ολιγαρχία!
Αφήνοντας λοιπόν τη δικαστική εξουσία κατά μέρος – η οποία είναι σαφέστερα διαχωρισμένη – και πιάνοντας τις άλλες δύο, δηλαδή τη νομοθετική και την εκτελεστική, θα διαπιστώσουμε ότι τελικά έχουμε «μπλέξει τα μπούτια μας». Για να μην μακρυγορήσω – μπορείτε κι οι ίδιοι να κάνετε μια μικρή αναζήτηση, περί του ζητήματος – το πράγμα είναι προφανές. Ο σημερινός κοινοβουλευτισμός είναι «Γιάννης κερνά, Γιάννης πίνει». Ακόμα κι αν η συνταγματολογική μελέτη μας αφήνει γεμάτους αμφιβολίες και αμφισημίες, η σημερινή πολιτική πραγματικότητα είναι ξεδιάντροπα προφανής. Με λόγια απλά: όταν η εκτελεστική εξουσία – δηλαδή η κυβέρνηση – κατέχει την πλειοψηφία του κοινοβουλίου και στο βαθμό που οι βουλευτές, στην πράξη, ψηφίζουν όχι κατά συνείδηση αλλά κομματικά, το αποτέλεσμα είναι η κυβέρνηση να περνάει όποιον νόμο της κάνει κέφι, άρα η εκτελεστική εξουσία μετατρέπεται αυτομάτως σε νομοθετική. Αν δε, ρίξετε και μια ματιά στο σύνδεσμο που πρότεινα πιο πάνω, θα διαπιστώσετε το γελοίο του πράγματος που συντελείται καθημερινά, σε όλη του την έκταση. Διαισθητικά, ίσως οι περισσότεροι από εμάς να είχαμε «ψυχανεμιστεί» πως κάτι στραβό είχε το κλήμα, αλλά αδυνατούσαμε να διακρίνουμε τις αντιφάσεις. Όσο θυμάμαι πάντως τον εαυτό μου, είναι αδύνατον να θυμηθώ κριτικές συζητήσεις επί του ζητήματος των εξουσιών σήμερα. Τα πάντα γίνονταν αξιωματικώς αποδεκτά, μέσα στην άγνοιά μας.
Με βάση λοιπόν τα προηγούμενα, η ευκολία με την οποία διαφημίζεται η υπερ–αξία μιας αυτοδύναμης κυβέρνησης καταλήγει να είναι εξαιρετικά ύποπτη. Δεν υπάρχει καμία συμβατική ηθική ή ιδεολογική βάση που να επικυρώνει την ανωτερότητα της αυτοδυναμίας, έναντι της συνεργασίας ή του συνασπισμού. Το ζητούμενο είναι πρώτον μια κυβέρνηση λειτουργούσα και δεύτερον – δεδομένου ότι είμαι της σχολής, όπου ο σκοπός ΔΕΝ αγιάζει τα μέσα – μια κυβέρνηση δημοκρατικά εκλεγμένη. Η αυτοδυναμία δεν είναι αυτοσκοπός, είναι απλά ένας από τους δυνατούς τρόπους με τους οποίους μπορεί να λειτουργήσει ο κοινοβουλευτισμός. Άρα, καλό θα ήταν να μην παρουσιάζεται ως μονόδρομος ή πανάκεια.
Αν το τραβήξουμε ακόμη περισσότερο, κι αυτός ο ίδιος ο όρος «αυτοδυναμία» είναι ύποπτος, εξ’ ορισμού. Θυμίζει λίγο «παντοδυναμία» ε; Κάτι με ύφος «να μπορούμε να κάνουμε ό,τι θέλουμε». Τι επιθυμεί, ουσιαστικά, εκείνος που ονειρεύεται την αυτοδυναμία; Στην πραγματικότητα, επιθυμεί κάτι πολύ απλό: λιγότερο έλεγχο «από», περισσότερη εξουσία «επί». Επιθυμεί, δηλαδή, ακριβώς τις ιδιότητες εκείνες, από τις οποίες το δημοκρατικό πολίτευμα προσπαθεί να μας προφυλάξει! Για σκεφτείτε το λιγάκι! Αναλογιστείτε, επίσης, και τον τρόπο με τον οποίο τα προαναφερθέντα κατάφεραν να γίνουν κτήμα των δύο «μεγάλων» κομμάτων, δηλαδή την πρόστυχη νομοθεσία περί ενισχυμένης αναλογικής και τα συναφή, και ξαφνικά το πάζλ ολοκληρώνεται. Πιαστήκαμε στη φάκα σαν αρούρια. Κι ακόμα χειρότερα, δεν υπήρχε καν τυράκι. Αυτοδύναμη κυβέρνηση, λοιπόν, σημαίνει «εγώ αποφασίζω», «εγώ νομοθετώ», «εγώ εκτελώ», «εγώ τα πάντα όλα». Σημαίνει συγκέντρωση των εξουσιών σε αυτούς ακριβώς που δεν πρέπει, ακυρώντοντας έτσι την κοινοβουλευτική αντιπροσώπευση και υποβιβάζοντάς τη σε ρόλο γραφικό, όμοια με του καημένου του Προέδρου μας.
(Παρένθεση. Έτυχε σήμερα που γράφω, να λάβει χώρα και η συνάντηση του πρωθυπουργού με τον Πρόεδρο της Ελληνικής Δημοκρατίας, όσον αφορά στο ζήτημα πρόωρων εκλογών. Το θέαμα ήταν ειρωνικά τραγικό. Ο διάλογος διασκευασμένος και πέρνω την ευθύνη: Καραμανλής: «Αποφασίσαμε να πάμε σε πρόωρες εκλογές», Παπούλιας «Ε άμα τ’ αποφασίσατε! Σε καλό να μας βγει μόνο». Αυτός είναι ο ρόλος του Έλληνα Προέδρου σήμερα. Και κατά ‘κει τείνει – αν δεν έχει ήδη φτάσει – και ο ρόλος του κοινοβουλίου, μόνο που στο τελευταίο γίνεται περισσότερη φασαρία).
Ααα, τα σύκα σύκα...
Μην είμαι άδικος, όμως. Λένε πως η αυτοδύναμη κυβέρνηση είναι απαραίτητη γι’ αυτόν τον κατακαημένο τόπο, γιατί οι καιροί είναι δύσκολοι και επιβάλλουν πολιτική σταθερότητα, αν θέλουμε φυσικά να επιβιώσουμε και να δούμε καλύτερες μέρες. Βεβαίως, δεν έχει υπάρξει χρονιά, από τη μέρα που έμαθα να μιλάω και να καταλαβαίνω, που να μην άκουσα πως η χρονιά θα ήταν δύσκολη, για τον άλφα ή βήτα λόγο. Η Ελλάδα είναι μονίμως σε κρίση. Απ’ την εποχή της μετ–επανάστατικής Ελλάδας, κιόλας, διαβάζουμε τα ίδια και τα ίδια στα διάφορα ιστορικά αφιερώματα. Αλλά έστω ότι συμφωνώ, πως ναι, αν είχαμε μια κυβέρνση «επαυξημένων δυνατοτήτων» οι αποφάσεις και οι δράσεις θα ήταν ταχύτερες και καίριες. Δεν το έχουμε δει, φυσικά, να γίνεται αυτό, όσα χρόνια εφαρμόζεται ο νέος εκλογικός νόμος, αλλά όπως είπαμε «έστω». Αυτό που αρνούμαι, σε κάθε περίπτωση, είναι πως οι επιθυμίες μας, οι στόχοι μας, δικαιώνουν τις δράσεις και τα μέσα μας. Αυτό που αρνούμαι είναι πως υπήρχε επιτακτική ανάγκη να ψηφιστεί νέος εκλογικός νόμος, προκειμένου να επιτευχθεί η φιλοδοξία ή το όραμα του οποιουδήποτε. Ας ήταν μάγκες, να επιτύγχαναν την πολυπόθητη αυτοδυναμία με την απλή αναλογική. Ας ήταν μάγκες, να μάθαιναν να το βουλώνουν και να συνεργάζονται. Ας ήταν μάγκες, να έβγαζαν τα δύο δάχτυλα, από τα πέντε, μέσα απ’ τις τσέπες μας και τ’ άλλα δύο να τα διέθεταν εκεί που έπρεπε (κι ας εξακολουθούσαν να γλείφουν απ’ το πέμπτο – αλλά έγιναν άπληστοι).
Έγινε, συνεπώς, ξεκάθαρο ότι «αυτοδυναμία» σημαίνει το καρπούζι και το μαχαίρι, να το κρατάει ένας μοναχός του. Σημαίνει ξεδιάντροπη συγκέντρωση και της νομοθετικής και της εκτελεστικής εξουσίας, σε ένα μονάχα κόμμα. Έγινε, επίσης, κατανοητό ότι αντί να βάνουν μυαλό οι «μεγάλες δύναμες» της χώρας μας και να συνεργαστούν, άλλαξαν απλά τους νόμους για να κατοχυρώσουν την ασυδοσία τους. Κι όλα αυτά ερήμην μας και, φυσικά, πάνω στις δικές μας πλάτες. Κατέστη ξεκάθαρο πως όταν η αυτοδυναμία γίνεται αυτοσκοπός κι επιδιώκεται με κάθε μέσο, τότε κάνουμε ένα βήμα μακρύτερα από τη δημοκρατία και πλησιέστερα στην ολιγαρχία. Όταν τα κόμματα αδυνατούν να συγκεντρώσουν επαρκή πλειοψηφία για να αναλάβουν την εξουσία – μέσω πάντα απλής αναλογικής – αυτό δεν είναι απλά μια «κακιά στιγμή», μια «ατυχής συγκυρία» ή δεν ξέρω ‘γω τι άλλο. Δεν είναι παρά, ξεκάθαρα, η έκφραση της λαϊκής βούλησης, όπως την απαιτεί και τη διακηρύττει το δημοκρατικό μας πολίτευμα. Αν δε σε ικανοποιεί η γνώμη του λαού υπάρχουν μόνον δύο δρόμοι δημοκρατικοί: ή αλλάζεις ο ίδιος ή αλλάζει ο λαός (με το διάλογο, με την πειθώ, τα γνωστά). ΔΕΝ αλλάζεις το εκλογικό σύστημα, αποκλείοντας τη γνώμη του λαού ή αλλοιώνοντάς την! Αυτό είναι ανήθικο πρώτα και αντιδημοκρατικό κατόπιν.
Τζιζ κακό!
Η πολιτική σταθερότητα, κατά μια έννοια, είναι καλό πράγμα. Αλλά με ποιο τίμημα, είμαστε διατεθειμένοι να τη διατηρήσουμε; Τα χειρότερα πολιτικά εγκλήματα είχαν πάντα τις αγαθότερες προθέσεις, το «καλό» μας. Βήμα το βήμα, ξεπουλάμε τη δημοκρατία μας για κάτι άλλο, που δεν ξέρω πού θα καταλήξει. Αν κάποιος φτάνει σε αδιέξοδο είναι σοφότερο να κάνει μερικά βήματα πίσω και να επιλέξει άλλη οδό, παρά να κοπανάει το κεφάλι του στον τοίχο αρνούμενος, από εγωισμό, να παραδεχτεί τη θέση του. Η πολιτική αστάθεια, από την άλλη, φυσικά και δεν είναι καλό πράγμα. Αναρωτήθηκε όμως κανείς, μήπως η αστάθεια αυτή είναι, αναπόφευκτα, συστατικό στοιχείο μιας δικαιότερης αντιπροσώπευσης; μήπως δεν είναι παρά το τίμημα της δημοκρατίας, ενός πολιτεύματος του οποίου ένα από τα βασικά χαρακτηριστικά είναι η διαρκής πάλη με τον εαυτό του; Αναρωτήθηκε κανείς μήπως η πολιτική αστάθεια παρουσιάζεται ως δεινό - όπως ο κακός πυρετός, παρότι πρόκειται για μηχανισμό ίασης - προκειμένου να επιτευχθεί αποτελεσματικότερα η καταστρατήγηση της λαϊκής βούλησης; Η ακυβερνησία είναι πράγματι μια δυσμενής κατάσταση. Η έλλειψη αυτοδυναμίας, όμως, δε συνεπάγεται απαραίτητα ακυβερνησία ή πολιτική αστάθεια, παρά μόνο στο βαθμό που οι έλληνες πολιτικάντηδες μας το παρουσιάζουν ως τέτοιο, αρνούμενοι (εξ' επίτηδες, που λέμε) οποιαδήποτε συνεργασία. Όμως το «δεινό» ετούτο - δηλαδή της αυτο... αδυναμίας - εμπεριέχει μήνυμα σαφές και ρητό. Σημαίνει πώς κάτι χρειάζεται ν’ αλλάξει, κάτι πάει στραβά. Κι είναι το μήνυμα – δηλαδή η συγκερασμένη γνώμη του λαού – ισοδύναμο με τον αποστολέα του. Αν ακυρώσεις το μήνυμα, ακυρώνεις και τον αποστολέα, αναπόφευκτα. Αλλά όπως λέει κι ο λαός «άμα δεν έχεις νύχια να ξυστείς...». Άρα, λοιπόν, το λιγότερο που θα έπρεπε να ζητάμε, καταρχήν, είναι τα νύχια μας πίσω.
Η συναθροισμένη άποψη αμέτρητων πνευμάτων, καθόλη τη διάρκεια της ιστορίας και του πολιτισμού μας, τείνει προς τη διαπίστωση πως η εξουσία διαφθείρει. Αυτό δε γιατρεύεται. Μόνο το όραμα του αναρχισμού, δίνει μια κάποιαν ελπίδα. Αλλά αυτό είναι μακριά, για μένα. Αν ο νομοθέτης αδυνατεί, αν ο νομοθέτης είναι ανεπαρκής, τότε προτείνω ένα μέρος της νομοθετικής εξουσίας, να περάσει σιγά–σιγά πίσω στα χέρια εκείνων που δικαιωματικά τους ανήκει: στο λαό. Φτάνουν οι εκλογές κάθε «τέσσερα» χρόνια. Ας αρχίσει μια νέα εποχή, όπου η λαϊκή βούληση θα εκφράζεται κάθε χρόνο, πέντε φορές το χρόνο, δέκα φορές το χρόνο! Αλλά για τα δημοψηφίσματα στο 5ο και τελευταίο άρθρο.
Όσο διαβάζω, τόσο αναρωτιέμαι: εφαρμόστηκε ποτέ απλή, η... απλή αναλογική;
ΑπάντησηΔιαγραφή